Η κλιματική αλλαγή είναι ένα φαινόμενο το οποίο πια δεν βρίσκεται στο μέλλον. Οι υποδομές μεταφορών διεθνώς, όπως και στη χώρα μας, κινδυνεύουν κατά περίπτωση σοβαρά από τις επιπτώσεις της (πλημμύρες, υψηλές θερμοκρασίες, έντονες βροχοπτώσεις κλπ.) και θα πρέπει έγκαιρα να προσαρμοστούν με τις απαραίτητες επενδύσεις ώστε να αντέχουν σε ακραίες καιρικές συνθήκες.
Οι πιθανές επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στις υποδομές μεταφορών στην Ελλάδα
Οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στη Ελλάδα αλλά και παγκοσμίως, ενδέχεται να είναι πιο σοβαρές εξαιτίας της αλλαγής της συχνότητας εμφάνισης και της έντασης ακραίων καιρικών φαινομένων παρά εξαιτίας μιας μακροχρόνιας αλλαγής στο μέσο κλίμα. Η βιβλιογραφία δείχνει ότι µία αλλαγή στη μέση τιμή π.χ. της θερμοκρασίας μπορεί να επιφέρει δυσανάλογες και μη γραμμικές επιπτώσεις σε περιπτώσεις ακραίων καιρικών φαινομένων.
Οι άμεσες επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στις μεταφορές αφορούν κυρίως σε αναμενόμενες φθορές σε υφιστάμενες υποδομές (π.χ. οδικό δίκτυο, λιμάνια) λόγω της αύξησης της συχνότητας φυσικών καταστροφών (π.χ. πλημμύρες, κατολισθήσεις), γεγονός το οποίο έχει άμεσες επιπτώσεις στις ανάγκες συντήρησης και εκπόνησης έργων προληπτικής προστασίας τους.
Ακόμη, αναμένονται επιπτώσεις στη λειτουργία και στην αξιοπιστία του συστήματος μεταφορών λόγω π.χ. καθυστερήσεων και έκτακτων αλλαγών σε δρομολόγια και υπηρεσίες. Για τους παραπάνω λόγους είναι σημαντικό να αναγνωριστούν τα περισσότερο ευπαθή σημεία του Ελληνικού συστήματος μεταφορών και να αποτιμηθεί εκ των προτέρων το κόστος των απαιτούμενων παρεμβάσεων για διάφορα πιθανά σενάρια ώστε να επιτευχθεί ο μέγιστος βαθμός ετοιμότητας.
Παραδείγματα επιρροής της κλιματικής αλλαγής στις υποδομές μεταφορών
Η πλημμύρα της Μάνδρας το 2017 (κατά την οποία μάλιστα το οδικό δίκτυο λειτούργησε σαν αγωγός των υδάτων), η πυρκαγιά στο Μάτι το 2018, αλλά και παλαιότερα η μεγάλη κατολίσθηση της Τσακώνας το 2003, είναι χαρακτηριστικά παραδείγματα. Βέβαια στις παραπάνω καταστροφές οι ανθρωπογενείς αστοχίες διαδραμάτισαν σημαντικότατο ρόλο και συνεπώς δε μπορεί να «κατηγορηθεί» μόνο η κλιματική αλλαγή. Ωστόσο είναι δεδομένο ότι λόγω της κλιματικής αλλαγής η συχνότητα εμφάνισής ασυνήθιστα υψηλών βροχοπτώσεων, ισχυρών ανέμων, υψηλών κυματισμών κτλ θα αυξηθεί και σε συνδυασμό με τις ανθρώπινες αστοχίες δυστυχώς θα οδηγήσει σε μεγαλύτερη συχνότητα εμφάνισης τέτοιων καταστροφών.
Επίσης, αξίζει να υπενθυμίσουμε ότι η Ελλάδα μπορεί να χαρακτηριστεί ως μια από τις πιο τρωτές περιοχές της Ευρώπης, κυρίως λόγω του ότι είναι μια από τις χώρες με τη μεγαλύτερη ακτογραμμή. Πολλές αστικές περιοχές και δίκτυα μεταφορών (εθνικά και επαρχιακά) είναι σε απόσταση άμεσης επιρροής (<50μ.) από τις ακτογραμμές αυτές.
Αξιοσημείωτο μάλιστα είναι ότι σημαντικό ποσοστό του Ελληνικού πληθυσμού ζει σε παράκτιες πόλεις ή χωριά και σε μικρές αποστάσεις από τη θάλασσα. Μεγάλα αστικά κέντρα της χώρας, όπως ο Πειραιάς, η Θεσσαλονίκη, η Πάτρα, το Ηράκλειο, ο Βόλος και η Καβάλα, βρίσκονται επίσης στις παράκτιες ζώνες της χώρας. Πέρα όμως από τις άμεσες συνέπειες των αναμενόμενων ακραίων γεγονότων στο δίκτυο μεταφορών, πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι πολλές άλλες δραστηριότητες (οι οποίες είναι άμεσα συνδεδεμένες με τις μεταφορές), όπως η αλιεία, οι υδατοκαλλιέργειες και ένα σημαντικό ποσοστό των βιομηχανικών δραστηριοτήτων, του τουρισμού και της αγροτικής δραστηριότητας ασκούνται στην παράκτια ζώνη.
Οι απαραίτητες δράσεις για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής στον τομέα των μεταφορών
Πέρα από τους στόχους που έχουν τεθεί από την Ευρωπαϊκή Ένωση και έχουν υιοθετηθεί και από την Ελλάδα για μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου μέχρι το 2050, και λόγω του γεγονότος ότι κάποιες από τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής είναι ήδη αναπόφευκτες, είναι σημαντικό να προετοιμαστούμε για την αποτελεσματική αντιμετώπιση τους. Στο πλαίσιο αυτό, είναι απαραίτητη η συνεργασία όλων των φορέων (Περιφερειακή και Τοπική Αυτοδιοίκηση, Ερευνητικοί φορείς, Ιδιώτες) με στόχο την ιεράρχηση και αξιολόγηση των υποδομών μεταφοράς της χώρας ως προς τη σημαντικότητα, την ευπάθεια και την τρέχουσα κατάστασή τους.
Ως γνωστό, η βελτίωση οποιουδήποτε συστήματος απαιτεί δεδομένα, συνεπώς η ανάπτυξη συστημάτων παρακολούθησης κρίσιμων υποδομών με χρήση έξυπνων τεχνολογιών, ή τήρηση λεπτομερών στοιχείων σχετικά με τη λειτουργία του εκάστοτε συστήματος μεταφορών σε περιπτώσεις ακραίων καιρικών φαινομένων και η δημιουργία δεικτών αποτίμησης των επιπτώσεων αποτελούν σημαντικές ενέργειες.
Ακόμη θα χρειαστεί να αναθεωρηθούν υφιστάμενες προδιαγραφές σχεδιασμού των μεταφορικών υποδομών (π.χ. σχεδιασμός λιμενικών έργων ή οδικού δικτύου σε παράκτιες περιοχές με νέα δεδομένα όσον αφορά στο μέγεθος και στη συχνότητα εμφάνισης κυματισμών), ενώ παράλληλα θα χρειαστεί να διερευνηθεί η καταλληλόλητα και η χρήση νέων υλικών, ανθεκτικότερων στις ακραίες καιρικές συνθήκες (π.χ. ασφαλτικά).
Τέλος, όπως κατέδειξε και η περίοδος της πανδημίας, η διαχείριση της μεταφορικής ζήτησης θα παίξει καθοριστικό ρόλο στην επιτυχή λειτουργία του μεταφορικού συστήματος. Για παράδειγμα, η τηλεργασία η οποία όπως φαίνεται – τουλάχιστον εν μέρει – ήρθε για να μείνει, η ενίσχυση βιώσιμων μορφών μετακίνησης (ποδήλατο, περπάτημα, μικροκινητικότητα), το car pooling, η ανάπτυξη ολοκληρωμένων έξυπνων εφαρμογών μετακίνησης (πλατφόρμες ολοκληρωμένης συγκοινωνιακής πληροφόρησης) θα αποτελέσουν σημαντικά εργαλεία για την επιτυχημένη μελλοντική διαχείριση της μεταφορικής ζήτησης.
Σύγχρονες δράσεις στην Ελλάδα για την αντιμετώπιση και τη πρόληψη των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής στις υποδομές των μεταφορών
Η Ελλάδα εναρμονίζεται με τις Ευρωπαϊκές πρωτοβουλίες για την αντιμετώπιση και τη διαχείριση των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής. Το 2008 η ΕΕ είχε θέσει ως στόχο τη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου κατά 20% μέχρι το 2020 σε σύγκριση με το 1990. Πολύ πρόσφατα, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο αναθεώρησε τους στόχους μείωσης των εκπομπών θερμοκηπίου για το 2030 προσβλέποντας σε καθαρή εσωτερική μείωση τους κατά τουλάχιστον 55% σε σύγκριση με το 1990. Στο πλαίσιο αυτό, το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας / ΥΠΕΝ, το Ίδρυμα Ιατροβιολογικών Ερευνών της Ακαδημίας Αθηνών και η Τράπεζα της Ελλάδος (ΤτΕ), υπέγραψαν το 2014 μνημόνιο συνεργασίας που αφορούσε στην εκπόνηση της Εθνικής Στρατηγικής για την Προσαρμογή στη Κλιματική Αλλαγή (ΕΣΠΚΑ).
Ο πρωταρχικός σκοπός της ΕΣΠΚΑ ήταν να συμβάλλει στην ενίσχυση της ανθεκτικότητας της χώρας όσον αφορά τις επιπτώσεις από την κλιματική αλλαγή τόσο στον τομέα των μεταφορών όσο και σε άλλους τομείς (γεωργία, αλιεία, βιομηχανία κτλ), προκειμένου οι αποφάσεις να λαμβάνονται με βάση ολοκληρωμένη πληροφόρηση και με μακροπρόθεσμη στόχευση.
Συγκεκριμένα, για τον τομέα των μεταφορών, οι δράσεις που προβλέπονται από την ΕΣΠΚΑ αφορούν στην οργάνωση και τη διαδικασία λήψης αποφάσεων (π.χ. βελτίωση της δικτύωσης μεταξύ εμπλεκόμενων φορέων), σε τεχνικά έργα (αντιπλημμυρικά έργα, ανύψωση οδικών δικτύων σε σημεία υψηλής τρωτότητας, σχεδιασμός και επενδύσεις σε νέα υλικά με δυνατότητα γρήγορης αποκατάστασης), σε νομοθετικές μεταρρυθμίσεις (π.χ. προδιαγραφές συμβάσεων έργων συντήρησης συγκοινωνιακών υποδομών) και στη βελτίωση της συλλογής, ροής και αξιοποίησης της πληροφορίας από νέα έξυπνα συστήματα μεταφορών.
Επόμενο απαραίτητο βήμα είναι η ολοκλήρωση και εφαρμογή των Περιφερειακών Σχεδίων για την Προσαρμογή στην Κλιματική Αλλαγή (ΠεΣΠΚΑ), που με βάση τις κλιματικές συνθήκες και την τρωτότητα κάθε Περιφέρειας θα καθορίσουν επακριβώς τους τομείς πολιτικής και τις γεωγραφικές ενότητες προτεραιότητας για λήψη μέτρων με ταυτόχρονη εξειδίκευση των μέτρων αυτών, καθώς επίσης και τα οικονομικά μέσα για την υλοποίηση τους.
Τεχνογνωσία και βούληση για τις απαραίτητες ενέργειες
Στην Ελλάδα διαθέτουμε υψηλότατα καταρτισμένο επιστημονικό και τεχνικό δυναμικό το οποίο είναι απόλυτα ικανό να ανταπεξέλθει στις προκλήσεις που θέτει η κλιματική αλλαγή στη χώρα μας. Αυτό φαίνεται τόσο από την πλούσια ερευνητική μας δραστηριότητα στον τομέα των μεταφορών όσο και από τη συμμετοχή της επιστημονικής μας κοινότητας σε ερευνητικά έργα όπως το LIFE-IP AdaptInGR, το οποίο έχει ως στόχο την ενίσχυση και την εφαρμογή πολιτικής για την προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή στην Ελλάδα (και στο οποίο συμμετέχει και το Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο).
Όσον αφορά στην πολιτεία, η εκπόνηση της Εθνικής Στρατηγικής για την Προσαρμογή στη Κλιματική Αλλαγή και της θεσμοθέτησης των Περιφερειακών Σχεδίων για την Προσαρμογή στην Κλιματική Αλλαγή είναι σημάδια θετικής βούλησης και αποτελούν βήματα προς τη σωστή κατεύθυνση, ωστόσο οι προσπάθειες θα πρέπει να εξειδικευθούν με επιμέρους προγράμμα δράσης και βεβαίως αποτελεσματικά συστήματα εφαρμογής και παρακολούθησης ώστε σταδιακά να είμαστε κατάλληλα προετοιμασμένοι για τις μελλοντικές προκλήσεις.
Συνέντευξη στο Envinow.gr τον Φεβρουάριο του 2021.
Leave A Comment